Η Γυναίκα είναι το κεντρικό, το δραματικό, το ακραίο, το απροσπέλαστο οχυρό παλιό οχυρό της παραλίας, το άφθαρτο πρόσωπο του ιδιωτικού χώρου! Οι άνδρες έρχονται μετά.
Ηρεμιστικά, οι ψυχίατροι. Ντιβάνι, οι ψυχαναλυτές. Δράση και επιφυλακή, οι κομματικοί. Απεργία, οι συνδικαλιστές! Ε! και λοιπόν; Το ζητούμενο παραμένει: ή αλλοτριωμένοι μικρομεσαίοι με πλαστική βάρκα και εξωλέμβιο στη Ραφήνα ή εξεγερμένοι φοιτητές με «παπί» Hondaή αγχωμένοι αλλά και βολεμένοι διανοούμενοι σε πόστα κρατικά. Υπάρχουν βέβαια και οι αισιόδοξοι, οι επαγγελματίες πολιτικοί. Αλλά αυτοί μας μιλούν μονάχα από τις «ειδήσεις» των εννέα ή μιλούν μεταξύ τους σε τραπέζια στρογγυλά. Όμως το πρόβλημα μένει και το ερώτημα νάτο: να παίξουμε το παιχνίδι ως το τέλος, καταλύοντας ό,τι υπάρχει και γίνεται; Μα πώς να παίξουμε, όταν παιζόμαστε από παιχνίδια άλλων; Ας μιλήσουμε τουλάχιστο κι ας περιγράψουμε αυτόν τον απερίγραπτο ιδιωτικό μας χώρο…
«Ειρωνεία» την είπε ο Έγελος, «αίνιγμα» ο Φρόυντ. Άνδρες και οι δυο, πήγαν μάταια να την ορίσουν. Είναι λοιπόν απροσδιόριστη η γυναίκα;
Ναι, γιατί δεν υπακούει στην ίδια της την ταυτότητα, που είναι η διαφορά της με τον άνδρα. Η έως θανάτου διαφορά της. Ναι, γιατί συνεχώς δραπετεύει. Ναι, γιατί η ίδια, υστερική, ήρεμη ή φοβισμένη, είναι το άλλοθι. Δηλαδή το πάντοτε αλλού, το εξ «άλλης αιτίας», η ένδειξη μιας αναπόδεικτης αθωότητας ή μιας αποδεδειγμένης ενοχής. Γι’ αυτό και είναι η γυναίκα, το κεντρικό, το δραματικό, το ακραίο το άφθαρτο πρόσωπο του ιδιωτικού χώρου. Οι άνδρες έρχονται μετά.
«Ειρωνεία», που σώζει όποιον μπορεί να σωθεί και «αίνιγμα» που τίθεται σε όποιον μπορεί να το λύσει, αυτή είναι η γυναίκα σ’ όλες της τις περιόδους: γατούλα, γάτα ή αγριόγατα!
Και η παθητικότητά της;
Η υποτιθέμενη ανατομική της μειονεξία;
Οι δεσμευμένες κοινωνικά – αλλά όχι ιδιοσυγκρασιακά – καταστροφικές της ροπές. Οι διαρροές της σε φανταστικούς, νυχτερινούς εραστές, που την κολακεύουν την προσβάλλουν, την παίζουν, ενώ παίζονται απ’ αυτήν. Τέλος, η μαζοχιστική της υπομονή απέναντι στο ενεργητικό εξωστρεφές αδέξιο, νευρικό, αρσενικό; Η υπομονή της, ερωτική ή εχθρική –το ίδιο κάνει- απέναντι και προς τον άνδρα, που αδέξια κοινωνικοποιείται και φιλόδοξα πολιτεύεται;
Όλα αυτά είναι προσχήματα, στρατηγικές, αυτοπεριορισμοί που την εξυπηρετούν για την απόλυτη κυριαρχία της στον ιδιωτικό χώρο, εκεί όπου η γυναίκα εξουσιάζει χωρίς εξουσία.
Η Γυναίκα- αράχνη στο δικό της χώρο: τον ιδιωτικό.
Στις σύγχρονες, δικές μας κοινωνίες, που το «κοινωνικό» εξαϋλώνεται, γίνεται θέαμα, σημειολογία, όλο και μεγαλύτερο κενό, στις κοινωνίες μας των ασωμάτων πολιτών, το σώμα, το αντικείμενο δηλαδή της κοινωνίας (με τη σημασία της θείας Μετάληψης) είναι απερίφραστα η γυναίκα.
Είναι λοιπόν ολότελα φυσικό, η γυναίκα να είναι εχθρός, κίνδυνος, φόβος: το πραγματικό περιθώριο μιας ανδροκεντρικής, πολιτικολόγας κοινωνίας, που της επιφυλάσσει τη θέση του ζωντανού χρήματος.
Να γιατί αυτός που θα μιλήσει για τον ιδιωτικό σαν το μοναδικό σήμερα επαναστατικό χώρο, θα πρέπει να μιλήσει πρώτα για τη γυναίκα: το κατ’ εξοχήν υποκείμενο της λύπης και της χαράς, της υποταγής και της εξέγερσης. Αυτή θα μάθει στον άνδρα, μα τα μισόλογα και τους υπαινιγμούς, τα χάδια και τα δάκρυα, ό,τι καμιά συστηματική ανδρογενής θεωρία δεν τους έμαθε ποτέ.
Να το πω καθαρά; Ότι η θηλυκότητα νικά, γιατί η θηλυκότητα κερδίζεται και δεν παρέχεται από την ανατομία. Η θηλυκότητα. Ναι, αυτό που έχει ανάγκη ο κάθε άνδρας για να μπορεί ν’ αναγνωρίσει ό,τι πάντοτε βρίσκεται αλλού: την αληθινή ζωή.
Ο άνδρας, αυτό το άρρωστο ζώο, το υπερφίαλο και κτητικό, απ’ τη γυναίκα θα μάθει να επωμίζεται την ήττα και την απώλεια. Απ’ αυτήν που είναι ήδη χαμένη και νικημένη. Όπως ο απρόσιτος χώρος που κυριαρχεί.
Δοκιμάστε να προχωρήσετε έως τα όρια την ιδιωτική σας ζωή. Δοκιμάστε να χαρείτε, να παίξετε, να καταλυθείτε σοβαροί και σοβαροφανείς μου άνδρες, όμοιοί μου. Σας περιμένει, εκεί, στα όρια, η γυναίκα, η Σαρακίνα των φαντασμάτων του Φελίνι, απροσπέλαστη στο παλιό οχυρό της παραλίας. Στο ανύπαρκτο σπίτι της. Στο σώμα και το σήμα της.
Σας περιμένει ενεργητική μέσα στην παθητικότητάς της, χαρούμενη μέσα στη λύπη της, διαφορετική και διασπασμένη μέσα στην ταυτότητά της, υπομονετική κι ανυπόμονη, δηλαδή θηλυκή και γι’ αυτό χαμένη.
Είναι η θηλυκότητα ένα σύμπτωμα ή μια αιτία;
Αυτή την αμφιβολία βάζει πανομοιότυπα και ο ιδιωτικός χώρος.
Δεν έχει σημασία ν’ απαντήσουμε εδώ. Σημασία έχει να τον ζήσουμε.
[αποσπάσματα από το βιβλίο του Γιώργου Βέλτσου ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ, Δέκα σχέδια για μια Κοινωνιολογία του Ιδιωτικού μας χώρου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΚΤΟΣ 1983 –τα κείμενα αυτά δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1983]
Ζούμε αλήθεια, ή ψευτοζούμε μιαν άθλια επίπεδη ζωή που εμείς την παραδεχθήκαμε, την συνηθίσαμε και την αγαπάμε; Μια ζωή, ψυχοπαθολογία του λάθους; Τι σημαίνει άραγε εκείνο το σύνθημα στα Εξάρχεια: «ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΕΝΑ ΦΡΙΚΤΟ ΤΕΛΟΣ. ΠΑΡΑ ΜΙΑ ΦΡΙΚΗ ΧΩΡΙΣ ΤΕΛΟΣ»… Συμβαίνει οι τοίχοι σήμερα να γράφουν πιο πολλά από τις εφημερίδες. Η γραφή του άγνωστου μαρκαδόρου στα μάρμαρα του Πανεπιστημίου: «ΕΜΕΝΑ ΔΕΝ Μ’ ΑΓΑΠΑΕΙ ΚΑΝΕΙΣ», είναι ακριβώς ο λόγος, η φωνή του ιδιωτικού την ίδια στιγμή και η αγανάκτησή του.