Είχαμε την πεποίθηση πως ο έρωτας θα υπάρχει για πάντα, όπως ο αέρας, όπως το νερό, όπως το καλοκαίρι, όπως ο ήλιος. Ο έρωτας μπορούσε να φροντίζει τον εαυτό του. Δεν δώσαμε σημασία στη κλίση που έπαιρνε σιγά-σιγά το οικοδόμημα του έρωτα, στα καθημερινά μπαλώματα στο ύφασμά του. Το ευσυνείδητο γιγαντιαίο έργο που έκανε τον έρωτα να παραμένει τόσο κανονικός όσο και ο φως.
Ένα από τα απολαυστικότερα κείμενα που δημοσιεύτηκαν στο ΕΝΤΕΚΤΗΡΙΟ τεύχος 98 ανήκει στον Herve Le Tellier – και η ένδειξη του ονόματος του μεταφραστή (Αχιλλέας Κυριακίδης) θα έπρεπε να μας βάλει αμέσως σε υποψία. Όταν ο αφηγητής επιχειρεί να βάλει λίγη τάξη στη βιβλιοθήκη του με έκπληξη βλέπει τίτλους όπωςΟ τρικέφαλος Αετός ή οι Τέσσερις σωματοφύλακες. Ο Γύρος του κόσμου γίνεται σε 81 μέρες, τα βιβλία καίγονται στη θερμοκρασία Φαρενάιτ 452, η πτώση του ανθρώπου στις Εκατόν είκοσι μία μέρες στα Σόδομα. Η μετάλλαξη πλήττει μόνο τίτλους, υποτίτλους και προμετωπίδες, όχι την πλοκή. Έτσι το μυθιστόρημα 1985 του Όργουελ δεν αλλάζει, ούτε ή Πτήση 748. Πόσο εύκολο όμως είναι να κρατήσεις τη ψυχραιμία σου μπροστά στη Χιονάτη και τους Οκτώ Νάνους, τους Οκτώ Σαμουράι ή το Τέταρτο Ράιχ; Ευτυχώς υπάρχουν οι Δεύτερες Βοήθειες. Εκεί θα μπορεί να πει σ’ ένα γιατρό ότι νομίζει πως του έχουν στρίψει δυο βίδες, πως δεν τα έχει πια τετρακόσια ένα, πως θυμάται την μητέρα του με τρία μάτια βουρκωμένα. Κι αν βρεθεί στην ψυχιατρική κλινική, θα αρχίσει να διαβάζει τα τρία ομηρικά έπη, μέχρι και την 25ηραψωδία της Ιλιάδας, όπου δεν θ’ αργήσει να αλωθεί η Τέσσερα.
Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κείμενο μεταφράζει ο Χρήστος Χρυσόπουλος.Το βιβλίο του κέικ του Κάρολυ Μέχες (με καταγωγή από την ουγγρική κοινότητα της Τρανσυλβανίας). Ο συγγραφέας βρέθηκε για πρώτη φορά στο πατρογονικό το σπίτι στην Κράζνα μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Τσαουσέσκου και την επιστροφή των περιουσιών των Ούγγρων κατοίκων της Τρανσυλβανίας στους αρχικούς κατόχους ή στους νόμιμους κληρονόμος τους. Εκεί ανακάλυψε μια σειρά από μεγάλα δερματόδετα τετράδια , στα οποία η γιαγιά του κατέγραφες όχι μόνο τις αγαπημένες της συνταγές για κέικ αλλά και καθημερινές ιστορίες από την μικρή επαρχιακή πόλη που βρέθηκε στη μέση ενός ιστορικού κυκλώνα. Εδώ δεν έχουμε απλή παράθεση συνταγών και ιστοριών αλλά απόλυτο διάλογο και εξάρτηση των μεν με τις δε.
Η ζωή είναι ένα θέλημα του δευτερολέπτου· αυτή τη στιγμή είμαι εδώ και σε ένα δευτερόλεπτο μπορεί να μην υπάρχω. Αυτό συμβαίνει από τότε που γεννιόμαστε. Νομίζω ότι είμαστε έκθετοι σε αυτό το απρόοπτο που λέγεται διακοπή της ζωής. Όταν γεννιέσαι δεν έχεις εγγύηση ότι θα ζήσεις, δεν έρχεσαι με τέτοιο πιστοποιητικό. Επομένως, δεν εξασφαλίζεις την επόμενη μέρα, γι’ αυτό κι εγώ έχω κάνει τον ύμνο στην επανάληψη, διότι επανάληψη σημαίνει ότι έρχεται και ξαναέρχεται η μέρα και τροφοδοτεί τη διάρκειά μας. Λοιπόν, πολύ την εκτιμώ την επανάληψη και την υμνώ, και υποπίπτουν και σε επαναλήψεις πολλά απ’ αυτά που λέω…
…εξομολογείται η Κική Δημουλά στον ποιητή και σκηνοθέτη Λευτέρη Ξανθόπουλο,που μας κοινωνεί εδώ δυο εκτενείς συνεντεύξεις – σωστούς ποταμούς, τόσο με την ποιήτρια όσο και με τον Τίτο Πατρίκιο· πρόκειται για την πλήρη απομαγνητοφώνηση των συνομιλιών που ο Ξανθόπουλος είχε μαζί τους το 2011, για τις ανάγκες ενός ντοκιμαντέρ για την ΕΤ1, υπό τον τίτλο «Πάρε τα δώρα της ψυχής σου να ’ρτεις» (στίχο ποιήματος του Καρυωτάκη).
Πεζογραφήματα καταθέτουν ακόμα οι Θανάσης Βαλτινός, Γιάννης Ευσταθιάδης, Μαρία Κουγιουμτζή, Κυριάκος Χαρίτος, Κώστας Αρκουδέας, Μαρία Στασινοπούλου, Λίλυ Εξαρχοπούλου και Λεοπόλντο Άλας (Κλαρίν) (συλλογική μετάφραση υπό τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο). Ποιήματα δωρίζουν οι Aνθή Μαρωνίτη, Βασίλης Παπάς, Κυριάκος Συφιλτζόγλου, Σωτήρης Παστάκας, Νίκος Κυριακίδης και οι Τούρκοι Μουρατχάν Μουνγκάν και Μπιρχάν Κέσκιν (μετ: Ντέιβιντ Κόνολι και Αρζού Εκέρ-Ροδιτάκη),
Ο Μένης Κουμανταρέας αφιερώνει ένα - σχεδόν ενύπνιο – κείμενο για έναν υποθετικό εορτασμό του λογοτεχνικού του ιωβηλαίου, η Αντιγόνη Βλαβιανού ακολουθεί και παρακολουθεί με παρατηρήσεις για το πεζογραφικό, κυρίως, αλλά και το δοκιμιακό του έργο, ο Άκης Παπαντώνης γράφει για τη φύση στο έργο του Μπέκετ και – εκτός των καθιερωμένων κριτικών σημειωμάτων, η Βάνα Χαραλαμπίδου παρουσιάζει πρόσφατα και παλαιότερα βιβλία για την εγγύς Ανατολή και ο Γιώργος Κορδομενίδης, συνεχίζει πάντα να μας παρουσιάζει σύντομα και πυκνά όλα τα βιβλία που στοιβάζονται «στο κομοδίνο». Η Σάρα Ζιράρ καταλαμβάνει το ειδικό τετράχρωμο ένθετο δεκαεξασέλιδο με φωτογραφίες της και το τεύχος κοσμείται εξωτερικά και εσωτερικά με την εξαιρετική ζωγραφική του Μιχάλη Μανουσάκη.
Ένα ακόμα τεύχος λοιπόν γεμάτο με φράσεις που κυκλώθηκαν από το αναγνωστικό μου μολύβι, όπως συνέβη και με τους πρώτους στίχους του Chiaroscuro, ενός από τα πέντε ποιήματα του Βασίλη Παπά:
Στον έρωτα εμφανίζεσαι πάντα με μαύρο φόντο
στήνεις τη θέαση, τους προβολείς
υποδεικνύεις το σκηνικό
τον τρόπο που θα σε κοιτάει ο άλλος.
Εδώ μπροστά του θα κτιστεί
ο φωτεινός κόσμος των αισθημάτων
αυτόν που θα υποδυθείς
με τη θεατρικότητα, βεβαίως, που του αρμόζει.[…]
Κι όταν τους λόγους βγάζοντας τα πλήθη ξεσηκώνουνε,
μπράβο, συγχαρητήρια, ωραιότατα, να πείτε.
Εδώ είμαι, αν με θέλουνε κομμάτια να με κόψουνε!
Και αν δίνουν ξύλο και βαρούν, τον Θεό να ευλογείτε!
Γιατί το ξυλοφόρτωμα καθήκον πρώτο τους λογίζεται.
Φιλήστε τους φασίστες, φιλήστε τους φασίστες, όπου και να τους βρίσκετε.
…στιχουργεί στο ποίημα «Τριαντάφυλλα σκορπισμένα στον δρόμο» ο γερμανοεβραίος αντιμιλιταριστής ποιητής, πεζογράφος και δημοσιογράφος Κουρτ Τουχόλσκι (1890 – 1935, πιθανόν αυτόχειρας), ένα από τα τέσσερα σατιρικά ποιήματα που καυτηριάζουν τους υπαίτιους για την απαξίωση της δημοκρατίας και την κατάρρευση της εύθραυστης Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (εισαγωγή και μετάφραση: Νόρα Πυλόρωφ - Προκοπίου· ποιήματα που σχεδόν σβήνουν την χρονική απόσταση που χωρίζει το τότε με το τώρα, με ανατριχιαστικές αναλογίες…
Κι αν να πυροβολούν τους δείτε: ε, και τι έγινε;
Τόσο πολύ πια τη ζωή σας μην τη λογαριάζετε!
Στον ειρηνόφιλο μονάχα η λόξα έμεινε!
Θύματα να ’στε δεν το θέλετε;
Κι αν στην κοιλιά σας μέσα
χιτλερικό στιλέτο ως τη λαβή του μπήγεται:
Φιλήστε τους φασίστες, φιλήστε τους φασίστες,
Φιλήστε τους φασίστες, όπου και να τους βρίσκετε.
Η πιο κινηματογραφική εικόνα: Ο ταχυδρόμος του Συρράκο, δια χειρός Ηλία Κουτσούκου, ανεβαίνοντας τις στροφές στο βουνό φορώντας κίτρινο αδιάβροχο ξεφεύγει από τον δρόμο και φεύγει σαν κατακίτρινος αετός πάνω από φαράγγι. Ο καταιγιστικότερος λόγος του τεύχους ανήκει στον Κάρλος Φουέντες, όπως ξεπηδά από μια “χαμένη” συνέντευξη που η Λίλι Κάνσο ανακάλυψε σε μια κασέτα στο αρχείο της. Και η πιο γοητευτικά μελαγχολική πρόζα στον Φερνάντο Ιγουασάκι (μετ.: Θανάσης Ράπτης) και τα Νεκρικά προικιά του:
Όταν έφτασα στον νεκροθάλαμο, συνάντησα τη μάνα μου περίλυπη στις σκάλες.
- Ρε μαμά, εσύ είσαι πεθαμένη.
- Κι εσύ το ίδιο παιδί μου.
Κι αγκαλιαστήκαμε απαρηγόρητοι.
Πεζά των Σπύρου Λαζαρίδη, Λόρι Μουρ (μετ.: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου), Φραντς Κάφκα (μετ.: Ειρήνη Δαδιώτου), και ποιήματα των Κυριάκου Χαραλαμπίδη, Βασίλη Δημητράκου, Βαγγέλη Τασιόπουλου, Ηλία Κεφάλα, Ζαφείρη Νικήτα, Στάθη Κουτσούνη, Βόλφγκανγκ Χίλμπιγκ (μετ.: Γιώργος Καρτάκης), Μάικλ Μαρτς (μετ.: Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ) και τριών Τουρκοκύπριων σύγχρονων ποιητών (μετ.: Λευτέρης Παπαλεοντίου) συμπληρώνουν την λογοτεχνία του τεύχους. Στην δοκιμιακή πλευρά: συγκριτική ανάγνωση από τον Δ. Ν. Μαρωνίτη ενός ποιήματος του Καβάφη («Ναυμαχία») και ενός του Σεφέρη («Σαλαμίνα της Κύπρος»), άρθρα του Διονύση Καψάλη για τον εικονογράφο (κυρίως της ποίησης) Γιάννη Μόραλη, του Νάσου Βαγενά για την πεζογραφία του Βασίλη Βασιλικού, του Χρήστου Τσιάμη για τους «αταίριαστους του Μανχάτταν» ποιητές Νίκο Σπάνια και Νίκολας Κάλας, καθώς και της Μυρτώς Ρήγου για τη «μνημονιακή Αθήνα». Αντιγράφω από το τελευταίο κείμενο:
Το αληθινό πένθος φαίνεται να υπαγορεύει μια και μόνη οδό: να αποδεχθείς το ακατανόητο της απώλειας – για μένα παραμένει ακατανόητη η αλλαγή της Αθήνας τα τελευταία 4-5 χρόνια. Να το αποδεχθείς, να του αφήσεις θέση και ψυχρά να απαριθμήσεις τους τρόπους, θέλω να πω: τη ρητορική του πένθους. Διότι τι άλλο σημαίνει πενθώ παρά ζω αλληγορικά την πραγματικότητα, επινοώ τρόπους για να καταφάσκω στο αδύνατο…
Μια τέτοια ακατανόητη απώλεια, σε άλλο επίπεδο, εκείνη της πρόωρα χαμένης Μπίλης Βέμη καταγράφουν στο Απουσιολόγιο τρεις φίλες και συνεργάτιδες. Το ειδικό τετράχρωμο ένθετο δεκαεξασέλιδο περιλαμβάνει φωτογραφίες του Πάνου Πατίλη και το τεύχος κοσμείται με σχέδια του Γιώργου Ρόρρη. Το επόμενο τεύχος θα είναι το 100ό, και ήδη αδημονούμε για το εορταστικό κειμενικό του πανηγύρι.
[ΠΗΓΗ: επιλεγμένα αποσπάσματα από την παρουσίαση των περιεχομένων του ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟΥ Τεύχος 98, 99 στο ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ]