Quantcast
Channel: παροράματα ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ, το ελάχιστο μέτρο να σε ψάχνω, όχι να σε βρω
Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Δημήτρης Τανούδης, Σ’ αυτό το απατηλά απέραντο λιβάδι τα ξαπλωμένα σώματα είχαν ποτίσει με τέτοιες ποσότητες εκκρίσεων το χώμα

$
0
0

Το απόθεμα θάλασσας που κρύβουν τα όστρακα στη μαλακή τους σάρκα δεν ήταν παρά τα ίδια τους τα ανθρώπινα δάκρυα όλα αυτά τα δάκρυα που είχαν ξεκινήσει σαν άμορφες ουσίες μες απ'τα σωθικά τους και, εγκυμονώντας το χώμα της γης, διαπερνώντας τις φυτικές ρίζες, ξαναβλέποντας το πρώτο φως της γέννησης, μεταμορφώνονταν σε οργανική απόληξη, γίνονταν τελειωτική συγκίνηση, όλα τα δάκρυα που, φιλτραρισμένα από την καλοκάγαθη επίβλεψη της φύσης, επέστρεφαν στον κόσμο για να ξαναπέσουν στο χώμα κι έπειτα να ενωθούν με τα επόμενα ανθρώπινα δάκρυα, τ'ατέλειωτα ανθρώπινα δάκρυα, όλα τα δάκρυα των οργασμών τους…


Σπασμός, στη γη εκείνη όπου δεν υπήρχαν καιρικές μεταβολές ούτε εποχιακοί κύκλοι, υπήρχε μόνο ένας νεφελοσκεπής θόλος διάσπαρτος από ψηφίδες που λαμπύριζαν σαν ουράνια βλεφαρίσματα… κι έτσι το βραδινό σούρουπο περνούσε στο πρωινό χάραμα δίχως να παρεμβάλλεται άλλη διάσταση φωτός ανάμεσα τους, ακολουθώντας ένα σχεδιασμένο φεγγοβόλημα που εκτινόταν σε μια ποικιλία από γκρίζες ανταύγειες, μια σκιά που έφθινε σε φως και ένα φως που παράλλαζε σε σκοτάδι, ένα πελώριο πινέλο, κρεμασμένο απ’ το μάτι του ουρανού, που περιστρεφόταν ανάμεσα σε δυο παλέτες με αποχρώσεις του γκρίζου, βάφοντας την επιφάνεια της γης και τα πρόσωπα των ανθρώπων με την ωχρή αμφιλύκη μιας απέραντης άνοιξης

Στη γη εκείνη,
ΣΠΑΣΜΟΣ
μια ακόρεστη σπερματική λωρίδα διαχεόταν στις σάρκες, από κορμί σε κορμί κι από σύμπλεγμα σε σύμπλεγμα, σαν το νήμα μες απ'το μάτι της βελόνας,χωρίς ποτέ ν'αφήνει κατάλοιπο στο πέρασμά της, ούτε ένα τυχερό ωάριο που ν'ανθίζει την πιθανότητα της ζωής, κανένα ελπιδοφόρο έμβρυο που να επιμηκύνει την ανάπτυξή του πέρα από μερικές ώρες, αφού η αμέσως επόμενη διείσδυση ερχόταν ορμητική και το κάρφωνε σαν μήλο στο κεφάλι αλυσοδεμένου ζώου, ερχόταν εκκωφαντική και έσπαγε τα τύμπανα του τελευταίου ήχου που άκουγε το έμβρυο μες στην αγέννητη ζωή του,
Σπασμός
στη γη εκείνη, σ'αυτό το απατηλά απέραντο λιβάδι από καταπράσινο χόρτο, χόρτο αρκετά κοντό για να κεντρίζει τα ξαπλωμένα σώματακαι αρκετά ψηλό για να μην τους αφήνει πληγές, οι άνθρωποι είχαν ποτίσει με τέτοιες ποσότητες εκκρίσεων το χώμα, το είχαν μπολιάσει με τόσα αβυθομέτρητα ρυάκια, ώστε τα αραιά λουλούδια που επέμεναν να ξεφυτρώνουν στην πρώτη περίμετρο της έκτασης αλλά και όσα γεννιούνταν σε άναρχες θέσεις εντός του χορταριασμένου μήκους της, είχαν αρχίσει να αναβλύζουν μια υγρή ακτίνα μέσα απ'τους μίσχους, ενεργοποιημένη απ'το έμβολο της φυσικής σύριγγας και παρασυρμένη απ'την πρωινή πάχνη, μια ακτίνα που σκαρφάλωνε στην κορφή του άνθους και κατέληγε σε άχρωμα ζεματιστά σταγονίδια, τόσο όμοια με το αχλαδωτό σχήμα του κλάματος όταν αυτό συλλαμβάνεται στην πρώτη μορφή της εκροής του και μαζί υφάλμυρα, όπως το απόθεμα θάλασσας που κρύβουν τα όστρακα στη μαλακή τους σάρκα,

ώστε αυτή ακριβώς η υγρασία εκείνων των σπάνιων λουλουδιών δεν ήταν, κι αυτό κατάλαβαν κάποτε και οι άνθρωποι, δεν ηταν παρά τα ίδια τους τα αθρώπινα δάκρυα,
ΣΠΑΣΜΟΣ
όλα αυτά τα δάκρυα που είχαν ξεκινήσει σαν άμορφες ουσίες μες απ'τα σωθικά τους και, εγκυμονώντας το χώμα της γης, διαπερνώντας τις φυτικές ρίζες, ξαναβλέποντας το πρώτο φως της γέννησης, μεταμορφώνονταν σε οργανική απόληξη, γίνονταν τελειωτική συγκίνηση, όλα τα δάκρυα που, φιλτραρισμένα από την καλοκάγαθη επίβλεψη της φύσης, επέστρεφαν στον κόσμο για να ξαναπέσουν στο χώμα κι έπειτα να ενωθούν με τα επόμενα ανθρώπινα δάκρυα, τ'ατέλειωτα ανθρώπινα δάκρυα, όλα τα δάκρυα των οργασμών τους,

Σπασμός
οργασμοί που δεν προέρχονταν απ'τα μητρικά ένστικτα ώριμων γυναικών οι οποίες πιπιλούν με τις ώρες ένα νεογέννητο βρέφοςούτε από πρεσβυόφιλα κορίτσια που πειραματίζονται με τις αντοχές σταφιδιασμένων κορμιών, δεν προέρχονταν οι οργασμοί εκείνοι από σχέσεις ηλικιακά αποκλίνοντος ερωτισμού, αφού κανείς απ'τους ανθρώπους της σπασμικής γης δεν διέφερε σε ηλικία από τους υπόλοιπους, αφού όλοι τους, χωρίς την παραμικρή εξαίρεση που θα μπορούσε να υποβάλει κάποιος πειραματικός εκκεντρισμός, είχαν εισαχθεί στη διαδικασία προάσπισης της ζωής απ'το ίδιο σημείο εκκίνησης, τα δεκαέξι τους χρόνια,

Σπασμός
με βίαιη οι περισσότερη καθοδήγηση, και χωρίς ποτέ να τους ζητηθεί ο λόγος, σαν αποτσίγαρα που τα ρίχνει κανείς στη λεκάνη στρέφοντας  το τασάκι στο πλάι, οδηγημένοι με την τέλεια προμελέτη και την πανταχού παρούσα εποπτεία του γυναικείου χεριού, συγκεντρωμένοι σε ουρές κοπαδιαστές, σε μάζες τακτοποιημένες, σε φάλαγγες στρατιωτικής σχεδόν διάταξης, ο συνολικός αριθμός των οποίων, όταν ο τελευταίος  απ’ τους ανθρώπους πέρασε την πόρτα, όταν η τελευταία σταγόνα της ανθρωποθάλασσας ξεχύθηκε στον λειμώνα, έφτασε σαράντα έξι χιλιάδες,
Σπασμός
όλοι τους διαιρεμένοι με την ψυχρότητα της επιστημονικής ακριβείας,σαν με μαχαίρι χωρισμένοι σε δυο παρτίδες φύλων, είκοσι τρεις χιλιάδες άνδρες και είκοσι τρεις χιλιάδες γυναίκες, κλινικά ελεγμένοι ένας προς έναν και μία προς μία, καρπεροί σαν τράγοι στις πιο αφηνιασμένες μέρες και σαν γόνιμες παρθένες που συλλαμβάνουν με το φύσημα της από άμβωνος πνοής, δοκιμασμένοι ως την εκμηδένιση της τελευταίας πιθανότητας γενετικής ανωμαλίας, πανέτοιμοι να παράγουν ζωή σφύζουσα από ζωή σφύζουσα, περιβεβλημένοι την ομοιόμορφη στολή με το κεντητό σύμβολο της γονιμότητας, χωρίς να τους συνδέει κανένας συγγενικός ή φιλικός δεσμός, και χωρίς να παρουσιάσουν, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, κάποιο σύμπτωμα κοινωνικής δυσλειτουργίας, κάποια εμφανή απόκλιση η οποία θα διογκωνόταν σε εχθρότητα και θα προκαλούσε αντιδικία και θα έφερνε διάσταση και, κορυφωμένη σε εμφύλια σύρραξη, θα τους έσπρωχνε στον γκρεμό του άδοξου ανθρωποφαγικού τέλους,

Σπασμός
ουδεμία τέτοια ένδειξη δεν εμφάνισαν οι άνθρωποι κατά την πρώτη εβδομάδα της νέας δημιουργίας,αφού ακόμα και τα επίκτητα χαρακτηριστικά τους, ακόμα και τα έμφυτα διαφοροποιά στοιχεία, ακόμα και οι εγγεγραμμένες καταβολές του προηγούμενου κόσμου δεν άργησαν να ξεθωριάσουν μπροστά σε μια τόσο ισοπεδωτική συνθήκη, δεν άργησαν να εξαφανιστούν όπως εξαφανίζεται μια πληγή που το δέρμα την απορροφά στο εσωτερικό του, όπως οι βούλες στις ράχες των ζώων που χάνονται βαθμιαία αλλά ανεπίστρεπτα μόλις η αγέλη τοποθετηθεί σε ένα νέο βασίλειο, όπου οι βούλες απουσιάζουν ως σχήμα, ως χρώμα, ως έννοια,
Σπασμός
και, υπ’ αυτές τις συνθήκες, η πρώτη φάση της πειραματικής εφαρμογής συνέπεσε απόλυτα με το αρχικό πλάνο της σύλληψής της,επιβεβαιώνοντας στην πράξη την αισιόδοξη πρόβλεψη πως δεν θα ήταν καθόλου δύσκολο για τους ανθρώπους να προσαρμοστούν ειρηνικά μεταξύ τους καθώς διασκορπίζονταν στην κυκλική έκταση σαν πολύβουα σμήνη που εγκαταλείπουν τις κυψέλες για να περιπλανηθούν στο δάσος, εξαπλωμένοι κατά φυγόκεντρο διασπορά αλλά χωρίς να απομακρύνονται ιδιαίτερα από το νοητό σημείο του κέντρου, εξερευνώντας, με δειλά στην αρχή βήματα κι ύστερα με δρασκελιές ξαναμμένης περιέργειας, το περιμετρικά απλωμένο λιβάδι, που είχε κατασκευαστεί ακριβώς για να δίνει τη ψευδαίσθηση του απέραντου, ενώ δεν ήταν παρά μια ειδικά διαμορφωμένη μοκέτα οχυρωμένης γης, πράγμα που πολλοί υποψιάστηκαν και αρκετοί επαλήθευσαν κατά τον πλέον θανάσιμο τρόπο, πεθαίνοντας ακαριαία απ’ το ηλεκτρικό σοκ που προκαλούσε το άγγιγμα στα αόρατα τείχη, τείχη κυκλώπειων διαστάσεων που περιέβαλλαν τον λειμώνα και στεφάνωναν τον ουρανό μ’ ένα θόλο που θύμιζε τιτάνιο αυγό, τείχη ολογραφικής υφής, που πρόβαλλαν στους ανθρώπους την ψευδαίσθηση της ελευθερίας, ενώ δεν ήταν παρά τα κάγκελα μιας γιγάντιας φυλακής,

Σπασμός
αλλά παρότι η υποψία αυτή επιβεβαιώθηκε σε βαθμό ανεξήγητο,ίσως και από κάποιο ένστικτο μαζοχιστικής αυτοθυσίας μπροστά σ’ ένα ολότελα μάταιο επίτευγμα, δεν φάνηκε να βγάζει την πλειοψηφία της ανθρώπινης μάζας από τον ήπιο, φιλήσυχο έως και ρεμβαστικό της δρόμο, δεν φάνηκε να εκτροχιάζει τους περισσότερους οι οποίοι εξακολούθησαν, την πρώτη εκείνη εβδομάδα, να πράττουν ό,τι ακριβώς έπρατταν απ’ τη στιγμή της εισαγωγής στη διαδικασία προάσπισης της ζωής, να ξαπλώνουν στο χόρτο και να ξεκουράζονται τεμπέλικα σαν καταπονημένοι γεωργοί μιας ανύπαρκτης σποράς, να φλυαρούν κολατσίζοντας τις κάψουλες συμπυκνωμένων γευμάτων που ανακάλυψαν στις θήκες των στολών τους, να δροσίζονται στις σκόρπιες λίμνες που είχαν το βολβοειδές σχήμα του ξεριζωμένου δοντιού, να ζωντανεύουν μικρές φωλιές κοινωνικότητας κάτω απ’ τα τεχνητά δένδρα της αλέας ή μέσα στους στρογγυλούς λάκκους που έμοιαζαν με χάσματα πεσμένου μετεωρίτη ή κάτω απ’ το αντήλιο των υπήνεμων βράχων με τις αφύσικες καμπύλες, σαν ψηλά μενίρ με προτεταμένα γείσα, μικρές δηλαδή εστίες διαπροσωπικής αναζήτησης και συλλογικής τυχαιότητας, οι οποίες συγκοινωνούσαν, άλλοτε σε στενή και άλλοτε σε αραιή γειτνίαση, με τις υπόλοιπες εστίες, σαν τα χάρτινα κομμάτια ενός πάζλ που ταρακουνήθηκαν από ελαφρύ ανακάτεμα, και, έχοντας όλοι τους το αλληλέγγυο έρεισμα του ταυτόχρονου αιφνιδιασμού τους, τίποτε άλλο δεν έκαναν παρά να συνυπάρχουν γαλήνια κι αρμονικά, καλεσμένοι θαρρείς στο ίδιο φιλικό δείπνο, χωρίς να επιδιώκουν έριδες και χωρίς να προξενούν ταραχές, ζητώντας, λόγου χάρη, περισσότερα χάπια τροφοδοσίας απ’ όσα ήδη τους είχαν χορηγηθεί ή εξεγειρόμενοι με παιδιάστικο πείσμα ενάντια στην απότομη και πλασματικά αναίτια διακοπή των προηγούμενων απασχολήσεων, εργασιών, διασκεδάσεων, καθημερινών τετριμμένων δρομολογίων, τα οποία μπορούσαν να επιλέγουν αυτόβουλα και να διαχειρίζονται κατά το δοκούν μέχρι και λίγες ώρες πριν την εισαγωγή τους, όλων αυτών των συνηθειών της πρωθύστερης παραγωγικότητας και σχόλης, συνήθειες, παραστάσεις και κανονικότητες που, χωρίς αυτό να γυροφέρνει στο ακόμα ξαφνιασμένο μυαλό τους, είχαν αιωνίως στερηθεί, είχαν εσαεί απολέσει, είχαν για πάντα αποχαιρετήσει καθώς εισέρχονταν στην επικράτεια του σπασμού…

Σπασμός
μια εσχατολογική πρόβλεψη που, ευτυχώς για την αφήγηση τούτη,ευτυχώς για όλους εμάς, αποφεύχθηκε την έσχατη ώρα χάρις στην καίρια επέμβαση των γυναικών, των υψηλότερα ισταμένων, των κυβερνώντων, των ηγέτιδων, των γυναικών που κράτησαν στα χέρια τα ανθρώπινα ηνία επιχειρώντας με παθιασμένη απελπισία να αποτρέψουν ένα παρανάλωμα το οποίο οι ίδιες είχαν εντείνει, των γυναικών που ανέλαβαν την ευθύνη της πυρόσβεσης κραδαίνοντας έναν κουβά από παγωμένες επιστημονικές ελπίδες, εκείνων των γυναικών που, καθώς η τέλεια ανδρική αιματοχυσία πλησίαζε στην ανεπίστρεπτη συντέλεση, ανακάλυψαν τα αποθέματα ζωικής αυτοσυντήρησης που ήταν απαραίτητα ώστε να διακόψουν τη ξέφρενη πορεία της ύβρεως, ανέσυραν το σθένος, ένα πανανθρώπινα ευεργετικό σθένος που ήταν αναγκαίο ώστε ν’ αφήσουν στην άκρη τη μεθυστική ηδονή της κατά κράτος ανδρικής υποδούλωσης η οποία τις ξυπνούσε γλυκά στο χάραμα εκείνης της εποχής, και προχώρησαν σε αποφάσεις ομόφωνες και σε ενέργειες συντονισμένες, επιστρατεύοντας κάθε διαθέσιμο μέσο και κινητοποιώντας όλους τους μηχανισμούς εξουσίας, έχοντας πια ως μοναδικό στόχο την εξασφάλιση των μελλοντικών απογόνων, την ηλιακή ανατολή της επόμενης ανθρώπινης γενιάς,

Σπασμός
όπου τα πάντα είχαν μπει σε εφαρμογή, τα πάντα ήταν έτοιμα να ξεκινήσουν, κι ενώ οι ηγέτιδες αποσύρονταν με αγωνιλώδη επαγρύπνηση στο κυβερνητικό τους άνδρο,το οποίο βρισκόταν μεν μακριά από το τεχνολογικό κουκούλι του πειράματος αλλά επικοινωνούσε οπτικά με αυτό, σαν μέσα από κλειδαρότρυπα δωματίου απ’ την οποία οι γονείς κατασκοπεύουν με νοσηρή έξαψη τον ενδεχόμενο αυνανισμό των παιδιών τους και ετοιμάζονται να παρέμβουν με ηθικολογικές διακηρύξεις, μοιάζοντας όμως με κάτι ανώτερο κι από τεχνικούς γονείς, θυμίζοντας παρθενογέννητους σιωπηλούς κριτές, θεϊκά όντα που ορίζουν τους νόμους, χαράσσουν τα όρια και, υψωμένα στην ουράνια οικεία τους, προσφέρουν γενναιόδωρα το δικαίωμα της τελικής επιλογής στο κατώτερο είδος, χωρίς ν’ ανησυχούν μήπως το είδος αυτό φτάσει κάποτε σ’ ένα στάδιο αυτοσυνειδησίας και πνευματικής ανέλιξης κατά το οποίο ενδέχεται ν’ αμφισβητήσει ακόμα και την άνωθεν εξουσία, διότι είτε καταφέρει να την αμφισβητήσει είτε όχι, εντούτοις, ποτέ δεν θα την ανατρέψει, εντούτοις, θα πρέπει να την αποδεχθεί, εντούτοις, θα πρέπει να της υποταχθεί και να ακολουθήσει το θέλημά της,

Σπασμός
δεν ήταν όμως παρά μια διαρκής εικασία η οποία επιβεβαιώθηκε κατά τη γαλήνια συμβίωση των πρώτων έξι ημερών,την παραπλανητική εκείνη γαλήνη του ηφαιστείου, το ήρεμο μάτι του προφήτη πριν τη φρενιασμένη ομιλία του, μια εικασία που ισοπεδώθηκε ολοσχερώς κατά την τελευταία μέρα της πρώτης εβδομάδας της νέας δημιουργίας, οπότε και σημειώθηκε, σαν κεραυνός εν αιθρία, σαν το πρώτο κομμάτι μιας συστοιχίας που λυγίζει παρασύροντας και τα υπόλοιπα, η εναρκτήρια σπασμική επαφή, η ενστικτώδης ένωση ενός τολμηρού αγοριού μ’ ένα τολμηρό κορίτσι, που έκαναν έρωτα επανειλημμένα και σε κοινή θέα, χωρίς φειδώ και αίσθημα συστολής, σαν το θαρραλέο ζευγάρι που σηκώνεται απ’ το τραπέζι και σέρνει το χορό σε μια υποτονική γιορτή, δίνοντας το πρόσταγμα στην ομήγυρη και υποδεικνύοντας την αγνοημένη αιτία της ίδιας της γιορτής, ανάβοντας έτσι τη φλόγα ενός σπίρτου που εξελίχθηκε σε αλυσιδωτή πυρκαγιά, αφού οι αυτόπτες μάρτυρες της σκηνής δεν άργησαν να τη διασαλπίσουν στους πλησιέστερους, δεν άργησαν να υφάνουν τα πρώτα μέτρα ενός ψιθυριστού μίτου, ενός πυρετικού νήματος που άνθιζε ολοένα μέσα στη συνένοχη υφή του, διαπερνώντας σαν μαγικό κόλπο τα κεφάλια των ανθρώπων, κυματιστό, οφιοειδές, ευθύβολο, με την κόψη της φασματικής σαΐτας, με τη λάμψη της ιερής φλόγας, μπαίνοντας στο ένα αυτί και βγαίνοντας απ’ τον άλλο, αναζητώντας το κοντινότερο δοχείο για να τρυπώσει και τα επόμενα κεφάλια για να διαφθείρει, χωρίς να αλλοιώσει το πολύτιμο φορτίο του, κρατώντας ανέπαφη την τρομερή του γνώση, όπως ένας καλπάζοντας ιός που ψάχνει νέα κύτταρα για να μπολιάσει με το φθοροποιό του σπέρμα, μεταπηδώντας αέρινα από ξενιστή σε ξενιστή, επιστρατεύοντας ασύλληπτη ταχύτητα μεταβίβασης, την υπερηχητική ταχύτητα των  εντόμων όταν προειδοποιούν τα υπόλοιπα μέλη για έναν ξαφνικό κίνδυνο ή για μια απρόσμενη πηγή τροφοδοσίας, φτάνοντας τελικά στην κορύφωση ενός προφορικού ακροβολισμού, έτσι που από τη μια στιγμή στην άλλη το κοινό μυστικό είχε χαραχθεί σ’ όλα τα μέτωπα σαν από σφραγίδες πυρωμένης μασιάς, έτσι που η ολέθρια είδηση έγινε κτήμα και των σαράντα έξι χιλιάδων…..

Σπασμός
κι αφού κατάφεραν να διασχίσουν το τούνελ του εσωτερικού τους αναβρασμού,λες και πάλευαν τις στιγμές εκείνες να πάρουν οριστική απόφαση απέναντι σ’ ένα ανύπαρκτο δίλημμα, λες και πάλευαν τις στιγμές έναν ήδη ψαλιδισμένο κόμπο, έδειξαν πια να ξεπερνούν την πρώτη αμηχανία, αυτό το αιφνίδιο μούδιασμα που είχε προκαλέσει η συνειδητοποίηση μια εντελώς νέας προοπτικής στη διαχείριση της ζωής τους, και ξεκίνησαν να κινούνται σε άτακτες πομπές, βάζοντας μπρος μια ταυτόχρονη διαδικασία ομαδικής συγκέντρωσης, μια διεγερτική πορεία που έτεινε ασυναίσθητα προς το κέντρο της γης, σαν κάποιο ενστικτώδες μάζωμα πουλιών που ετοιμάζονται για μετανάστευση σε μια ξένη χώρα, σε μια ήπειρο παραδείσιου εγκλιματισμού απ’ την οποία ποτέ ξανά δεν επιστρέφουν

Στρόβιλος εναλλασσόμενων στάσεων από ψηφίδες που λαμπύριζαν σαν ουράνια βλεφαρίσματα
Κι έτσι το βραδινό σούρουπο περνούσε στο πρωινό χάραμα δίχως να παρεμβάλλεται άλλη διάσταση φωτός ανάμεσά τους, ακολουθώντας ένα σχεδιασμένο φεγγοβόλημα που εκτεινόταν σε μια ποικιλία από γκρίζες ανταύγειες, μια σκιά που έφθινε σε φως και ένα φως που παράλλαζε σε σκοτάδι, ένα πελώριο πινέλο, κρεμασμένο από το μάτι του ουρανού, που περιστρεφόταν ανάμεσα σε δυο παλέτες με αποχρώσεις του γκρίζου, βάφοντας την επιφάνεια της γης και τα πρόσωπα των ανθρώπων με την ωχρή αμφιλύκη μιας απέραντης άνοιξης.


Σαν περιστρεφόμενοι κόκκοι στο θυελλώδες παιδομάζωμα του σπασμού άνθρωποι ζαλισμένοι απ’ την αποθυμιά μπλέκονταν σ’ αξεδιάλυτες μάζες και άμορφα συμπλέγματα, γλώσσες χωμένες σε τρύπες, τρύπες χωμένες σε κλωνάρια, δάχτυλα που σφίγγαν το δέρμα με την κουλουριασμένη ασφυξία των φιδιών, νύχια καρφωμένα όπως τα σκυλόδοντα στα πρόσωπα, χείλη αιμόφυρτα απ’ τις πρώτες εκδορές λες και είχαν μασήσει αγκαθερά κοτσάνια τριαντάφυλλου, χείλη που ρουφούσαν άλλα χείλη σαν δυο βδέλλες κολλημένες στο στόμα.
Σπασμός
κι έβλεπες το ζεστοκόπημα της ρυθμικής παλινδρόμησης, τον στρόβιλο των εναλλασσόμενων στάσεων,  την εναλλαγή της διεισδυτικής κλίσης ν’ αυγαταίνουν στην ασύλληπτη ποικιλομορφία της ανθρώπινης πλαστικότητας, κι έβλεπες όλη τη βασανιστική κάψα που θρασομανούσε μες στους ανθρώπους να εκβάλει σε ακτινωτές λάμψεις σπασμικής ενέργειας, στο βάθος όμως, το μοναδικό που έβλεπες, αν ήξερες όσα επρόκειτο να ακολουθήσουν, δεν ήταν παρά η αναμμένη θρυαλλίδα της σφαγής, δεν ήταν παρά το προανάκρουσμα μιας σφαγής.
Σπασμός
εντολή εσπευσμένη αλλά και συνυφασμένη με την ίδια τη λογική του πειράματος,  του εξαρχής χαραγμένου απ’ τη γραφίδα της ζωής που βυθίζεται στο μελανοδοχείο του θανάτου, εντολή μεταφρασμένη σε εφτά πολυβόλα που διαπέρασαν σαν επιμήκεις βελόνες το δέρμα το τείχους και άνοιξαν σωφρονιστικό πυρ κατά των ανθρώπων,
Σπασμός
και το μόνο που έβλεπες τώρα στη γη ήταν μια ανεμορραγία θαλερού δάσους,  δενδροστοιχίες που τις καρατομεί σφυροβόλος γίγαντας, ένα σύννεφο τοξικό, βροχή από δόντια, σμήνη λεπίδων, ριπές ακριδών, τις ακρωτηριασμένες σάρκες να εκτοξεύονται περιδινούμενες σαν αποπτύσματα μιας τεράστιας κρεατομηχανής που όργωνε το χώμα και θέριζε τα σώματα ένα προς ένα και σε συστοιχίες εκτελεστικού αποσπάσματος και σε οικοδομικά τετράγωνα θανάτου, ψωλές τεμαχισμένες ενώ παλινδρομούσαν, μουνιά που δέχονταν τη θανάσιμη βάλανο της σφαίρας, μια πετρελαιοκηλίδα από αίμα ξεβρασμένη στη μέση του λειμώνα που το χώμα του βαφόταν αχνοκόκκινο, υποπόρφυρο, σαν λασπώδης πηλός από θειούχα εσωτερική πηγή

 [απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Τανούδη ΣΠΑΣΜΟΣ, εκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ, Αθήνα 2011, διότι οι λέξεις δεν είναι οιωνοί του αύριο και μάρτυρες του χθες, είναι το τώρα και μαζί το πάντα, όλοι το ξέρουν κι ας μην ξέρουν ότι το ξέρουν, οι λέξεις δεν είναι ειρμός, όλες μαζί και καθεμία χωριστά, είναι μόνο μια λέξη, ακόμα κι αν δεν γίνεται πια να κλάψεις απ’ τα μυτερά σύμφωνα, το τραπέζι γεμάτο από αυτά τις ώρες που κανείς δεν ενδιαφέρεται και πονούν ελάχιστα σαν μικρά τσιμπήματα πασχαλιάς, δεν έχουν συμπόνια ούτε καταστρέφουν κόσμους, αγγίζουν ψυχές σαν νανούρισμα χάδι νυχτερινό ονειρικά παλινδρομώντας σ’ εποχές που τα λόγια ήταν λίγα και ζύγιζαν τόνους ακολασίας, αυτό είναι που τα κρατά στη ζωή κι αυτό τ’ αφήνει στην αχρηστία της φαρμακωμένης ψυχής, αρνούμενη με πείσμα ακατανόητα παράφορο την αγιάτρευτη, συνεχώς ανανεούμενη, ενώ κανείς δεν περιμένει, προϋπάρχουσα, ενώ κανείς δεν της πρέπει, προπορευόμενη, ενώ κανείς δεν αποζητά, ονειρική μήτρα του πραγματικού, αυτής της ανοιχτής πληγής, αυτής της ψυχικής σωτηρίας, αυτής της αχαλίνωτης μπόρας που κανείς δεν προφέρει κι όλοι αναμασούν σαν πλαστελίνη μέσα στον ιδρωμένο ύπνο, μα φτάνει η ώρα να την ομολογήσουμε, ο χρόνος μας σπρώχνει, κι ακούγεται ο άνεμος κι έρχεται η βροχή…


Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Trending Articles