Μας αρέσει να μιλάμε με στερεότυπα! Είναι η ανάγκη της ψυχής μας να ξαποστάσει από τον καθημερινό μόχθο. Οι περισσότεροι το παρακάνουμε. Φτάνουμε σε ένα σημείο όπου δεν θέλουμε να εμπλακούμε σε σκέψεις. Ο Μαρσέλ Προυστ έλεγε πως οι ιδέες είναι τα υποκατάστατα των θλίψεων μας. Μου φαίνεται πως προτιμάμε να αφήνουμε ανεπεξέργαστη την θλίψη μας. Έτσι όμως αρνούμαστε την δημιουργική πλευρά της ύπαρξης μας. Αυτό συνιστά μια αδικία απέναντι στον ίδιο μας τον εαυτό…
Υπάρχουν άνθρωποι που αρνούνται να αδικήσουν τον εαυτό τους. Όλη τους η πορεία είναι μια πλούσια δημιουργία. Αγαπούν την έκφραση και την διανθίζουν με μπόλικο χιούμορ. Σε αυτόν τον κόσμο έρχονται για να γελάνε και να χαίρονται. Θεωρούν πως η χαρά είναι μια «ουσία που δεν βρίσκεται στην φύση».Για το σεξ λένε πως «είναι το πιο αστείο πράγμα στον κόσμο και πως τα παιδιά ξεκαρδίζονται στο σχολείο με αυτό». Η ανεξάντλητη χιουμοριστική τους διάθεση μπορεί να μην εκλαμβάνεται ως τέτοια από τους άλλους. Δεν αποκλείεται η φήμη του εκκεντρικού και «περίεργου» να τους ακολουθεί σε όλη τους την ζωή.
Από μικρή ηλικία αρχίζουν να δίνουν έξυπνες απαντήσεις. Είναι ετοιμόλογοι και αντιδρούν στην βία. Μπορούν να ζητούν από τους γονείς τους « να μην τους δέρνουν στο πρόσωπο γιατί έχουν τον κώλο τους για αυτό». Στα μαθήματα μπορεί να μην τα πηγαίνουν καλά γιατί υπάρχουν εξωσχολικά βιβλία σαν τον Βασιλιά Υμπύ του Ζαρί που τους δίνουν φτερά για να πετάξουν στους κόσμους του «Ντανταϊσμού και του Σουρεαλισμού».
Αγαπούν τον ύπνο. Έτσι εξηγούνται τα δυνατά όνειρα που αποτυπώνουν στο δημιουργικό τους έργο. Συνήθως αυτοί οι άνθρωποι επιλέγουν πολλούς τρόπους για να εκφραστούν. Σχεδιάζουν, ζωγραφίζουν, γράφουν βιβλία ή γίνονται ηθοποιοί. Πειραματίζονται με καινούρια μέσα στην προσπάθεια τους να ακριβολογήσουν.
Έχουν αξιοθαύμαστη δημιουργική δύναμη. Θα τους αποδίδαμε τον χαρακτηρισμό των εργασιομανών αλλά θα τονίζαμε παράλληλα πως η εργασία για αυτούς είναι μια απόλαυση και όχι ένας καταναγκασμός.
Είναι τόσο προσηλωμένοι στην εργασία τους που δεν έχουν καιρό να ασχολούνται με την πολιτική. Αφήστε που αντιδρούν στην άποψη πως «πολιτική είναι τα πάντα». Διαφωνούν, θεωρώντας πως η πολιτική είναι μια έννοια που αφομοιώνεται από τον Πολιτισμό! Απεχθάνονται κάθε μορφή εξουσίας αλλά και εμφανίζονται δύσπιστοι απέναντι σε όλους αυτούς που δηλώνουν αντιεξουσιαστές. Αγαπούν το ΑΥΤΕΞΟΥΣΙΟ που κατέκτησαν με κόπους και αγώνες.
Γνωρίζουν πολύ καλά την σκληρή και άκαμπτη συνείδηση των συνανθρώπων τους και για αυτό αγαπούν την βροχή. Η βροχή για αυτούς είναι μια μάνα που ανθίζει την ζωή στην αφυδατωμένη μας καθημερινότητα. Είναι αυτή που θα μαλακώσει τις συνειδήσεις και θα τις καταστήσει πρόσφορες σε καινούριες ιδέες και οράματα.
Λατρεύουν τις συναναστροφές με τα πιο ρηξικέλευθα πνεύματα της εποχής τους. Ακούγεται πως συνομίλησαν με τον Φελλίνι, Κοπί, Αραμπάλ, Βολίνσκι, Χέρτσογκ και Ηλία Πετρόπουλο. Ο τελευταίος, όταν «η μοναξιά τον ρουφάει στο άπατο σκοτάδι», βρίσκει παρηγοριά σε αυτές τις συναναστροφές.
Γράφουν με πυρετώδεις ρυθμούς. Γράφουν γιατί αλλιώς θα πεθάνουν (Χειμωνάς) Να τα αποτελέσματα της γραφής:
«Ο Τρελκόφσκι δεν συνήθιζε να σκέφτεται τον θάνατο. Όχι πως αδιαφορούσε –κάθε άλλο. Όμως ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, τον απέφευγε συστηματικά. Μόλις ένιωθε τις σκέψεις του να προσεγγίζουν αυτό το επικίνδυνο θέμα, χρησιμοποιούσε κάθε είδους υπεκφυγές, που είχαν τελειοποιηθεί με τον χρόνο. Έτσι, σ’ αυτές τις κρίσιμες στιγμές ,σιγοτραγουδούσε τα χυδαία σουξεδάκια που άκουγε στο ραδιόφωνο και που συνιστούν το τέλειο εγκεφαλικό φράγμα. Άλλες φορές τσιμπιόταν ώσπου να ματώσει, ή έβρισκε καταφύγιο στον ερωτισμό. Ξανάβλεπε μπροστά του κάποια γυναίκα που είχε δει στο δρόμο να φτιάχνει την κάλτσα της, το μπούστο μιας πωλήτριας που χανόταν στα βάθη του ντεκολτέ της. Αυτό ήταν το δόλωμα. Αν το μυαλό του τσιμπούσε, τότε η δύναμη της σκέψης του ήταν μεγάλη:σήκωνε τις φούστες, έσκιζε τις μπλούζες, μεταμόρφωνε τις αναμνήσεις. Και σιγά, σιγά μπροστά στις εξουθενωμένες γυναίκες, τις μαλαγμένες σάρκες, η εικόνα του θανάτου ξεθώριαζε».
Είναι πολλοί αυτοί οι άνθρωποι για τους οποίους σας μιλώ. Είναι τόσοι πολλοί και διαφορετικοί που χωράνε σε έναν μόνο άνθρωπο με το όνομα Τοπόρ. Ο ίδιος καθώς γερνούσε έλεγε πως αναθυμόταν απίστευτες λεπτομέρειες του παρελθόντος και ξεχνούσε με απίστευτη ευκολία αυτά που του συνέβαιναν στο παρόν. Σαν αιτιολογία έβρισκε την δύναμη των συναναστροφών στο παρελθόν ενώ σήμερα « οι νέοι έχουν το ίδιο πρόσωπο». Ακόμα έλεγε πως ο καλλιτέχνης είναι ένα «μικρό υπερευαίσθητο ον που αποτελεί μάρτυρα της εποχής του».
[ΠΗΓΗ: Ιωάννης Ξενίδης, Καλλιτέχνης Τοπόρ, από το blog Μ Ε Σ Ο Κ Ο Σ Μ Ο Σ!Στοιχεία για τη ζωή του Τοπόρ πήρα από ένα παλιό άρθρο του Ιού στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ]