Quantcast
Channel: παροράματα ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ, το ελάχιστο μέτρο να σε ψάχνω, όχι να σε βρω
Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Νάνος Βαλαωρίτης, Μια γυναίκα περπατούσε γυμνή σκίζοντας το βελούδινο πέπλο μιας ψευδαίσθησης, προσπαθώντας να φτάσει ως την αλήθεια

$
0
0

Χωρίζομαι στα δυο κι απ’ τη μια μεριά μου είμαι μια ταινία του Γκοντάρ κι απ’ την άλλη του Μπουνουέλ… Τι κόλαση σκέφτομαι, τι αφόρητη κατάσταση και πιάνω πάλι το περίστροφο και στριφογυρίζω τη σφαίρα… Και ίσως μια μέρα να γλιτώσω από τον εαυτό μου!

Τίποτα δεν μας εμποδίζει να βεβαιωθούμε αν είναι πραγματική η θάλασσα που σπαράζει πάνω στα βράχια σαν γυναίκα αλυσοδεμένη στη στεριά. Όμως πρέπει πρώτα να χαράξουμε στην πέτρα ένα χαμόγελο, ν’ ανάψουμε στους στίχους μερικές μεγάλες φωτιές όπως το απαιτούν οι συνήθειες των ναυαγών και η φαντασία των ποιητών. Για του λόγου το αληθές…

Κείνο ή το άλλο βράδυ (από το βιβλίο ΜΕΡΙΚΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ, Θεμέλιο 1982)
Μια γυναίκα περπατούσε γυμνή σχίζοντας το βελούδινο πέπλο της πραγματικότηταςμε τα πέταλά της κάνοντας απεγνωσμένες προσπάθειες να φτάσει ως την πόρτα του κουφού,πέρασε σφυρίζοντας σαν φωτοβολίδα ανάμεσα στα δένδρα, διέσχισε δέκα μέτρα σε τρία ολόκληρα δευτερόλεπτα και παραμερίζοντας ό,τι είναι γόνατο τραπέζι κρεβάτι κατέβαινε χωρίς να μπορεί να σταματήσει έναν κατήφορο, πέφτοντας πάνω σ’ ένα τρένο σταματημένο μέσα στο χιόνι ενός λαιμού – κοίταζε απ’ το παράθυρο του τρένου το παράθυρο του αντικρινού σπιτιού δυο χιλιόμετρα μακριά, με πρόσωπα αραδιασμένα κατά αλφαβητική σειρά. Έκανε άλματα προς τα πίσω –έτρεχε φεύγοντας προς τα μπρος – γύριζε γύρω-γύρω από το ίδιο σημείο μ’ έναν πάσαλο μπηγμένο στη γη.

Μια γυναίκα περπατούσε σχίζοντας το βελούδινο πέπλο της σιγής προσπαθώντας να φτάσει ως την πόρτα του ήχου της σιωπής,πέρασε απαρατήρητη ένα λιβάδι με αγελάδες, διέσχισε τ’ αυτιά όλων αυτών που την άκουγαν να τραγουδάει, παραμερίζοντας ό,τι είναι κακός αγωγός του ήχου –σόλες παπουτσιών λαστιχένιες, πλάκες φελλού – απομονωτικά υλικά του ήχου των εργαστηρίων του ήχου, κατέβηκε τις σκάλες της κλίμακας πέντε πέντε, η φωνή της βάραινε, γινόταν ασήκωτη. Πέντε αχθοφόροι την κουβαλούσαν κλεισμένη σ’ ένα μεγάλο μπαούλο δέκα χιλιόμετρα ταξινομημένων ήχων – ήχοι της θύελλας, της θάλασσας, του δάσους όταν φυσάει αέρας, στα στάχυα ενός κάμπου, ήχοι βημάτων σφυρίγματα ενός τρένου σταματημένου στο χιόνι μιας χαράδρας. 

Μια γυναίκα περπατούσε σχίζοντας το βελούδινο πέπλο μιας ψευδαίσθησης, προσπαθώντας να φτάσει ως την αλήθεια,παραμερίζοντας ό,τι είναι πλαστό ανούσιο και φτιασιδωμένο… και χάνονταν μέσα στους λαβύρινθους των ήχων – έβγαλε απ’ τη τσάντα της ένα πλαστό διαβατήριο με άλλο όνομα – θύμωσε όταν κάποιος της έλεγε να περιμένει τη σειρά της – άλλαζε κουβέντα όταν της μιλούσαν για εικονικούς αριθμούς, για υποθετικές ευθείες, για πιθανές καμπύλες, χάνονταν μέσα στις λεπτομέρειες, φοβόταν μη χάσει τα χρώματά της, ρωτούσε πού βρίσκονταν ο τάδε δρόμος σε έναν αστυφύλακα, και…

Ο μόνος τρόπος (από τη συλλογή ΣΤΟ ΚΑΤΩ ΚΑΤΩ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ, Νεφέλη 1984)
Χωρίζομαι στα δυο κι από τη μια μεριά μου είμαι
Μια ταινία του Γκοντάρ. Από την άλλη του Μουνουέλ.
Μένουμε φίλοι, αλλά με κάποια μονοτονία στις σχέσεις μας
Συναντιόμαστε στο δρόμο. Καμιά φορά.
Χαιρετιόμαστε. Άλλοτε όχι.
Τα ποιήματα που γράψαμε μαζί
Φυσικά κανείς δεν ξέρει αν τα ’γραψε
Εκείνος που ψιθυρίζει στο αυτί
Ή εκείνος που οδηγάει την πένα
Στις συνεντεύξεις αφήνω να πέσει
Ένας υπαινιγμός που τρομάζει τους δημοσιογράφους
Και ξαφνικά το μυαλό μου σταματάει
Δεν ξέρω αν πρέπει να πάω μπροστά ή πίσω
Ξεχνάω σε ποια εποχή γεννήθηκα
Νομίζω πως είμαι οδηγός αυτοκινήτου
Παίζω επικίνδυνα παιχνίδια με το πιστόλι μου
Τη γνωστή ρουλέτα της σφαίρας
Και μαθαίνω από κάποιον πως έπεσα θύμα
Σε δυστύχημα κι ότι βρίσκομαι στο Νοσοκομείο
Τρέχω να δω. Είμαι σε αφασία μου λένε
Θα ζήσω ή θα πεθάνω γιατρέ μου, ρωτάω με αγωνία…
Δεν ξέρουμε ακόμα μου απαντάνε
Και με κοιτάνε με υποψία… Ποιος είστε Κύριε
Μόνο συγγενείς επιτρέπεται να ρωτάνε…
Πέφτω στα γόνατα κλαίγοντας: «Σώστε με…»
Παρακαλάω, αλλά κανείς δεν μου δίνει σημασία
Κι ακούω μια φωνή: δεν είσαι πια εδώ
Είσαι μέσα σου, βρε κουτέ. Από τώρα και μπρος
Θα μιλάτε οι δυο σας παντοτινά, δίχως ανάπαυλα…
Τι κόλαση, σκέφτομαι, τι αφόρητη κατάσταση
Και πιάνω πάλι το περίστροφο και στριφογυρίζω
Τη σφαίρα… Κι ίσως μια μέρα να γλιτώσω
Από τον εαυτό μου.

 [επιλογές λέξεων από ποιητικές συλλογές του Νάνου Βαλαωρίτη, που αύριο, καβάλα σε μια ωκεανίδα, θα βγούνε ποιήματα έτοιμα στις δενδροφυτεμένες μεριές της οικουμένης. Γιατί, όταν φανεί πια η θάλασσα, τίποτα δεν μας εμποδίζει να βεβαιωθούμε αν είναι πραγματική, τις νύχτες που το πέλαγος ροχαλίζει σαν άνθρωπος που βλέπει εφιάλτες]


Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Trending Articles