Quantcast
Channel: παροράματα ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ, το ελάχιστο μέτρο να σε ψάχνω, όχι να σε βρω
Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Αμός Οζ, Η αγάπη είναι κάτι που έτσι κι αλλιώς θα έχει κακό τέλος

$
0
0

Φιλία μεταξύ γυναίκας και άνδρα δεν υφίσταται σε καμία περίπτωση: αν υπάρχει μεταξύ τους χημεία, δεν μπορεί να υπάρξει φιλία. Κι αν δεν υπάρχει χημεία, τότε δεν μπορεί δεν μπορεί να υπάρξει μεταξύ τους τίποτα. Ανάμεσά όμως σε δυο κοπέλες, και ειδικά ανάμεσα σε δυο κοπέλες  που έχουν υποφέρει και απογοητευτεί αρκετά από τους άνδρες, και μάλιστα ανάμεσα σε δυο κοπέλες που έχουν υποφέρει από τον ίδιο άνδρα… μήπως τελικά άξιζε τον κόπο να βρω κάποτε αυτή τη Λούσι;

Γιατί γράφεις; Και για ποιον; Τι ήθελες ακριβώς να πεις στο τελευταίο σου βιβλίο; Αντλείς το υλικό για τις ιστορίες σου από τη φαντασία σου ή απευθείας απ’ τη ζωή; Ο συγγραφέας γνωρίζει πια πολύ καλά τις ερωτήσεις που θα του απευθύνουν στην αποψινή λογοτεχνική βραδιά και έτσι, πηγαίνοντας εκεί για να απαντήσει σε ερωτήματα που δεν ξέρει πώς να απαντήσει, ο συγγραφέας ουσιαστικά δεν σταματάει να παρατηρεί, να παρακολουθεί και να προσδίδει βιογραφικά στοιχεία και περιπέτειες στα άτομα που συναντάει!  

Τι θέλει να πει ο «Ποιητής», που σ’ όλη τη ζωή του φτάνει παντού σαράντα λεπτά νωρίτερα; (αποσπάσματα από το βιβλίο του ΑΜΟΣ ΟΖ Η Νύχτα του Συγγραφέα – Εκδόσεις Καστανιώτη 2008)


Γιατί γράφεις; Γιατί γράφεις ειδικά μ’ αυτό τον τρόπο;Σ’ ενδιαφέρει να επηρεάζεις τους αναγνώστες σου, και αν ναι, προς ποια κατεύθυνση επιδιώκεις να τους κατευθύνεις; Ποιες θέσεις υποστηρίζεις με τις διηγήσεις σου; Γράφεις και σβήνεις αδιάκοπα ή μήπως καταγράφεις απευθείας την έμπνευσή σου; πώς είναι να είσαι ένας διάσημος συγγραφέας και τι επιπτώσεις έχει στην οικογενειακή σου ζωή; Γιατί αφηγείσαι σχεδόν αποκλειστικά την αρνητική πλευρά κάθε πράγματος; Ποια είναι η γνώμη σου για άλλους συγγραφείς, ποιος σ’ έχει επηρεάσει και ποιον δεν ανέχεσαι; Και, παρεμπιπτόντως, πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου; Τι απαντάς σ’ όλους εκείνους που σου επιτίθενται, πώς εκλαμβάνεις αυτό το γεγονός; Πώς επιδρούν επάνω σου αυτές οι επιθέσεις; Και γράφεις με στυλό ή με πληκτρολόγιο; Και πόσα περίπου κερδίζεις από κάθε βιβλίο; Αντλείς το υλικό για τις ιστορίες σου από τη φαντασία σου ή κατευθείαν από τη ζωή; Τι σκέφτεσαι η σύζυγός σου για τις γυναικείες μορφές στα βιβλία σου; Και γιατί άφησες την πρώτη σου γυναίκα αλλά και τη δεύτερη; Τηρείς συγκεκριμένο ωράριο γραψίματος ή γράφεις όποτε σου έρθει η έμπνευση; Είσαι στρατευμένος συγγραφέας, και αν ναι, υπέρ τίνος; Οι ιστορίες σου είναι αυτοβιογραφικές ή δημιουργήματα της φαντασίας σου; Και το κυριότερο, όντας καλλιτέχνης, πώς και η προσωπική σου ζωή δεν είναι ακριβώς αυτό που θα ονομάζαμε θυελλώδης; Αντίθετα, θα μιλούσαμε για μια προσωπική ζωή μάλλον τετραγωνισμένη. Ή μήπως υπάρχουν σαρκερά πράγματα τα οποία δεν γνωρίζουμε; Και πώς είναι δυνατόν ένας συγγραφέας, ένας καλλιτέχνης, να εργάζεται ολόκληρη τη ζωή του ως ορκωτός λογιστής; Μήπως πρόκειται απλά για βιοποριστικό επάγγελμα; Και για πες μας, το ότι είσαι ορκωτός λογιστής δεν σκοτώνει εντελώς την έμπνευσή σου; Ή έχεις κι άλλη ζωή, που δεν έχει δει τα φώτα της δημοσιότητας; Θα συμφωνήσεις άραγε να μας δώσεις απόψε τουλάχιστον κάποια σημάδια της; Και θα μπορούσες, σε παρακαλούμε, να μας εξηγήσεις εν συντομία και με δικά σου λόγια τι ακριβώς θέλεις να πεις στο τελευταίο σου βιβλίο;

Υπάρχουν οι πλάγιες απαντήσεις και υπάρχουν οι απαντήσεις υπεκφυγής. Απαντήσεις απλές και ευθείες δεν υπάρχουν.

Ο συγγραφέας λοιπόν θα καθίσει σ’ ένα μικρό καφενείο τρία τέσσερα τετράγωνα μακριάαπό το κεντρικό δημοτικό κτήριο που φέρει το όνομα του Σονιά Σορ και στο οποίο θα διεξαχθεί η λογοτεχνική βραδιά. Ο χώρος του καφενείου του φαίνεται χαμηλός και σκοτεινός, πνιγηρός, και γι’ αυτό το λόγο του ταιριάζει απόλυτα αυτή τη στιγμή. Εδώ θα καθίσει και θα προσπαθήσει να συγκεντρωθεί σε τούτες τις ερωτήσεις 9σ’ όλη του τη ζωή φτάνει παντού μισή ώρα ή σαράντα λεπτά νωρίτερα και πάντα είναι υποχρεωμένος να βρει τι θα κάνει για να περάσει η ώρα). Μια κουρασμένη σερβιτόρα, με κοντή φούστα και πλούσιο στήθος, θα προσπαθήσει μάταια να καθαρίσει μ’ ένα πατσαβούρι την επιφάνεια του τραπεζιού του: η φορμάικα θα εξακολουθεί να κολλάει κάπως ακόμα και μετά το σκούπισμα. Μήπως το ίδιο το πανί δεν είναι καθαρό;

Ο συγγραφέας θα εξετάσει στο μεταξύ τα πόδια της σερβιτόρας, πόδια γεμάτα κι όμορφα,μόνο οι αστράγαλοί της είναι κάπως φαρδιοί. Μετά θα ρίξει ένα βλέμμα στο πρόσωπό της, πρόσωπο ευχάριστο, φωτεινό, τα φρύδια της είναι σμιχτά και τα μαλλιά της μαζεμένα και πιασμένα μ’ ένα κόκκινο λαστιχάκι. Μια μυρωδιά ιδρώτα και σαπουνιού θα σιμώσει το συγγραφέα, η μυρωδιά κουρασμένης γυναίκας. Μέσα απ’ τη φούστα της διαγράφεται το περίγραμμα του εσώρουχού της. Η ματιά του συγκεντρώνεται τώρα σε μια κρυφή λεπτομέρεια: μια ελαφριά συμμετρία προς όφελος του αριστερού μηρού του φαίνεται ιδιαίτερα ερεθιστική. Εκείνη θα αντιληφθεί το βλέμμα του, που περιεργάζεται της γάμπες της, τα μπούτια της, τους γοφούς της και θα βαριαναστενάξει παίρνοντας ταυτόχρονα μια έκφραση αηδίας και ικεσίας: έλεος, φτάνει πια.

Ο συγγραφέας θα στρέψει ευγενικά τη ματιά του αλλού, θα παραγγείλει ομελέτα και σαλάτα,ένα ψωμάκι καθώς κι ένα φλιτζάνι καφέ, θα τραβήξει ένα τσιγάρο από το πακέτο του και θα το κρατήσει σβησμένο ανάμεσα στα δάχτυλα του αριστερού του χεριού, που ακουμπάει στο μάγουλό του: παίρνει μια έκφραση ειλικρινούς συγγνώμης, η οποία δεν προκαλεί καμιά εντύπωση στη σερβιτόρα, αφού έχει ήδη πάρει στροφή πάνω στα επίπεδα τακούνια των παπουτσιών της και έχει εξαφανιστεί πίσω απ΄το χώρισμα.

Ενώ περιμένει την ομελέτα, ο συγγραφέας σκιαγραφεί με το νου του την πρώτη αγάπη αυτής της σερβιτόρας (αποφασίζει ότι το όνομά της θα είναι Ρίκι): όταν ήταν μόλις δεκαέξι χρονών, ερωτεύτηκε τον αναπληρωματικό τερματοφύλακα της ομάδας Μπνέι Γεούντα, τον Τσάρλι, ο οποίος κάποτε, μια βροχερή μέρα, εμφαίστηκε με τη Λάντσιά του μπροστά στο ινστιτούτο ομορφιάς στο οποίο δούλευε εκείνη και την άρπαξε για ένα τριήμερο γλέντι σ’ ένα ξενοδοχείο στο Εϊλάτ (ο θείος του ήταν συνιδιοκτήτης του συγκεκριμένου ξενοδοχείου). Ο Τσάρλι της αγόρασε επίσης στο Εϊλάτ μια εντυπωσιακή τουαλέτα, σαν Ελληνίδας τραγουδίστριας, ένα φόρεμα με ασημένιες πούλιες και τα όλα του, αφού όμως πέρασαν δυο εβδομάδες την παράτησε και πήγε να γλεντήσει ξανά στο ίδιο ξενοδοχείο, αυτή τη φορά όμως με την αναπληρωματική Μις Νερό. Η Ρίκι, αντίθετα, καθ’ όλη τη διάρκεια των οκτώ χρόνων και των τεσσάρων ανδρών που πέρασαν από πάνω της έκτοτε, δεν έπαψε να ονειρεύεται ότι εκείνος κάποια μέρα θα γυρίσει: είχε μεταπτώσεις στη συμπεριφορά του, εκεί που θύμωνε φοβερά μαζί της, γινόταν τρομακτικός, επικίνδυνος, έτοιμος να τρελαθεί, κι εκείνη φοβόταν τρομερά, μέχρι θανάτου, ξαφνικά, μεμιάς, ηρεμούσε από το τίποτα και τη συγχωρούσε και χαιρόταν μαζί της σαν μικρό παιδί, την αγκάλιαζε, τη φώναζε «Γκόγκογκ», τη φιλούσε στο λαιμό, τη γαργαλούσε ελαφρά με τη ζεστή του ανάσα, με την άκρη της μύτης του άνοιγε τα χείλη της όσο πιο απαλά γινόταν, πράγμα που δημιουργούσε στο κορμί της ανατριχίλες γλυκές σαν μέλι, κι αίφνης την πετούσε στον αέρα με τρομερή δύναμη,, την πετούσε σαν μαξιλάρι, μέχρι που εκείνη ούρλιαζε «μαμάκα μου», πάντοτε όμως την έπιανε την τελευταία στιγμή και την αγκάλιαζε για να μην πέσει. Του άρεσε να τη γαργαλάει απαλά και αργά με την άκρη της γλώσσας του πίσω και μέσα σε κάθε αυτί και λίγο στο σβέρκο, ακριβώς στο σημείο όπου φυτρώνει το χνούδι των μαλλιών, μέχρι που την τύλιγε το μέλι. Ο Τσάρλι ποτέ δεν σήκωσε χέρι πάνω της και ποτέ δεν την έβρισε. Ήταν ο πρώτος που της έδειξε πώς να χορεύει μάγουλο με μάγουλο και της έμαθε να φοράει μικροσκοπικά μπικίνι και να ξαπλώνει μπρούμυτα στον ήλιο, γυμνή, να κλείνει τα μάτια και να φέρνει στο νου της διάφορες σεξουαλικές σκηνές, κι ήταν ο πρώτος που της έδωσε να καταλάβει ότι τα μακριά σκουλαρίκια με πράσινες πέτρες ομορφαίνουν πραγματικά το πρόσωπό και το λαιμό της.

Μετά όμως από όλα αυτά τον υποχρέωσαν να επιστρέψει τη Λάντσια και του έβαλαν γύψο στο χέρι που είχε σπάσει και ξαναπήγε στο Εϊλάτ, αυτή τη φορά όμως με άλλη κοπέλα, τη Λούσι, που είχε σχεδόν εκλεγεί Μις Νερό, και πριν από το ταξίδι της είπε:
«Κοίτα, Γκόγκογκ, αληθινά, λυπάμαι, προσπάθησε όμως παρ’ όλα αυτά να με καταλάβεις,στην πραγματικότητα η Λούσι υπήρχε πριν από σένα, έτσι κι αλλιώς η Λούσι κι εγώ δεν είχαμε χωρίσει, απλά είχαμε μαλώσει και διακόψει κατά κάποιον τρόπο για λίγο, τώρα όμως είμαστε πάλι μαζί και η Λούσι είπε να σου μεταφέρω ότι πραγματικά δεν σου κρατάει κακία, nohandfeelings, θα δεις, Γκόγκογκ, μετά από λίγο καιρό θα ξεχάσεις σιγά σιγά την ιστορία μας και σίγουρα θα βρεις κάποιον που θα σου ταιριάζει περισσότερο από μένα, γιατί η αλήθεια είναι πως σου αξίζει κάποιος πιο εντάξει από μένα, στην πραγματικότητα σου αξίζει ο καλύτερος που υπάρχει. Κι αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία άλλωστε, Γκόγκογκ, δεν είναι ότι θα μείνει και στους δυο μας μια γλυκιά γεύση στο στόμα;»
Η Ρίκι χάρισε τελικά το ελληνικό φόρεμα με τις πούλιες σε μια ξαδέλφη της και το μπικίνι το έχωσε σ’ ένα συρτάρι πίσω απ’ τα ραφτικά της κι έπειτα το ξέχασε εκεί: οι άνδρες δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, αυτή είναι η φύση τους, απλά είναι φτιαγμένοι έτσι άσχημα και τελείωσε, κατά τη γνώμη της όμως η αλήθεια είναι πως ούτε οι γυναίκες είναι και πολύ καλύτερες, γι’ αυτό η αγάπη είναι κάτι που έτσι κι αλλιώς θα έχει κακό τέλος.

Ο Τσάρλι εδώ και καιρό δεν είναι πλέον στην ομάδα Μπνέι Γεούντα.Τώρα πια έχει οικογένεια και τρία παιδιά κι ένα εργοστάσιο στο Χολόν, το οποίο κατασκευάζει θερμοσίφωνες και μάλιστα φτιάχνει μεγάλες ποσότητες θεμοσιφώνων για τα Κατεχόμενα και για την Κύπρο. Κι εκείνη η Λούσι; Με τα αδύνατα πόδια; Έχει ενδιαφέρον να μάθουμε τι απέγινε τελικά. Ο Τσάρλι την πέταξε άραγε κι εκείνη αφού την χρησιμοποίησε; Να είχα μονάχα τη διεύθυνσή της, ή τον αριθμό τηλεφώνου της και το απαιτούμενο θάρρος και θα την έψαχνα. Για να πιούμε μαζί έναν καφέ. Για να μιλήσουμε. Θα μπορούσαμε άραγε να γίνουμε ακόμα και φίλες; Το περίεργο είναι ότι τώρα πια δεν με νοιάζει καθόλου γι’ αυτόν αλλά για εκείνη. Δεν τον σκέφτομαι πλέον καθόλου, ούτε καν υποτιμητικά, αντίθετα, εκείνη σκέφτομαι που και που: μήπως τώρα έχει γίνει κάπως σαν κι εμένα; Λες να τη φώναζε κι αυτή «Γκόγκογκ» στο κρεβάτι; Γελούσε και πηγαινοέφερνε την άκρη της μύτης του πάνω στα χείλη της; Της αποκάλυπτε αργά και απαλά με τη βοήθεια του χεριού της το ίδιο της το κορμί; Αν κατάφερνα να την βρω, θα μιλούσαμε για όλα αυτά και θα γινόμασταν σιγά-σιγά φίλες.

Φιλία μεταξύ γυναίκας και άνδρα δεν υφίσταται σε καμία περίπτωση:αν υπάρχει μεταξύ τους χημεία, δεν μπορεί να υπάρξει φιλία. Κι αν δεν υπάρχει χημεία, τότε δεν μπορεί δεν μπορεί να υπάρξει μεταξύ τους τίποτα. Ανάμεσά όμως σε δυο κοπέλες, και ειδικά ανάμεσα σε δυο κοπέλες  που έχουν υποφέρει και απογοητευτεί αρκετά από τους άνδρες, και μάλιστα ανάμεσα σε δυο κοπέλες που έχουν υποφέρει από τον ίδιο άνδρα… μήπως τελικά άξιζε τον κόπο να βρω κάποτε αυτή τη Λούσι;

Ο Άμος Οζ, που θεωρείται σήμερα ο σημαντικότερος ισραηλινός συγγραφέας, έγινε διάσημος με το μυθιστόρημα του Ο ΜΙΧΑΕΛ ΜΟΥ. Στην Ελλάδα κυκλοφορούν τα μυθιστορήματα: ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΤΕΛ ΚΕΝΤΑΡ, Η ΙΔΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ, ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΓΑΠΗΣ ΚΑΙ ΣΚΟΤΟΥΣ, Η ΤΕΛΕΙΑ ΓΑΛΗΝΗ και άλλα. Γνωστός για τους αγώνες του για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, ο Οζ έχει τιμηθεί με τα σημαντικότερα βραβεία λογοτεχνίας και ειρήνης στην Ευρώπη- από το ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ του βιβλίου


Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Trending Articles