Quantcast
Channel: παροράματα ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΟΣ, το ελάχιστο μέτρο να σε ψάχνω, όχι να σε βρω
Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

ΔΙΑΛΟΓΟΠΑΡΑΜΥΘΙ: μια πυξίδα να πορευτείς από τους κόσμους της συνήθειας στον εσώτερο εαυτό

$
0
0
ΣΤΟ ΠΑΡΑΣΚΗΝΙΟ: τα παραμύθια αυτά θα γεννιούνται σε συνέχειες. Πότε τώρα, και πότε τότε. Πότε με δυνατή ροή και πότε με σιγανή στο χρόνο. Ποτέ παραβιάζοντας το ρυθμό τους. Έτσι είναι η φύση τους. Ένα διαλογοπαράμυθο που σέβεται τον εαυτό του, πάντα σέβεται όλα του τα μέρη. Γι’ αυτό, πάντα θα κρύβουν εκπλήξεις για όποιον κάνει κλικ στα διαλογοπαράμυθα. Αναλαμβάνουμε πλήρως την ευθύνη συγγραφής, ωστόσο η ευθύνη ανάγνωσης μένει στην κάθε ξεχωριστή ψυχή-επισκέπτη

Μια φορά κι έναν καιρό… σσσ, τι ακούγεται; Ξανά, απ’ την αρχή. Μια φορά κι έναν καιρό, ήχοι από νιφάδες φιλούσαν απαλά τη γη. Πέφτοντας από έναν γκρίζο ουρανό.

«Τι γυρεύω εδώ, στις γκρίζες ζώνες άραγε;», σκέφτηκε η Νιφάδα. Κι αφέθηκε στο πέσιμο. Η Κίσσα την κοιτούσε σιωπηλά, από ένα κλαρί πιο πέρα. Είχε μόλις γευματίσει στις βατομουριές, κι ένιωθε μια γαλήνια πληρότητα.

Χμμ-κρρρ – σκέφτηκε καθώς απελευθέρωνε απαλά ένα αγκάθι βατομουριάς απ’ το φτερό της, «λες να ήρθε η κατάλληλη στιγμή»;

Εδώ που τα λέμε δεν είχε κι άδικο. Ήταν γνωστή στα σύμπαντα για την ικανότητά της να κλέβει. Μ΄ ένα κυματιστό πέταγμα κατευθύνθηκε αποφασιστικά προς το μέρος της ανυποψίαστης Νιφάδας – η οποία είπαμε – έπεφτε.

Έπεφτε απαλά-απαλά, όπως κάθε νιφάδα που σέβεται τον εαυτό της αν και… η συγκεκριμένη ήταν λίγο διαφορετική από τις υπόλοιπες.

Για παράδειγμα: είχε τρίχες. Πολλές τρίχες! Και μια ουρά. Και μουστάκια. Και νύχια. Α! Και τέσσερα πόδια. Ήταν μια σωστή Νιφάδα δηλαδή!

Τώρα, επιτρέψτε μου να το ρίξω για λίγο στο λυρισμό (να πάρετε και μια ανάσα μέσα σε όλη αυτήν την καταιγιστική δράση): κάθε νιφάδα έχει λόγο ύπαρξης, όντας πραγματικό παιδί του Ουρανού και της Γης. Μ’ αρέσει να παρατηρώ τις νιφάδες να πέφτουν κάθε φορά που χιονίζει, να σκεπάζουν το έδαφος με ένα σεντόνι λευκής, ολόλευκης ησυχίας. Ειδικά στην πόλη. Να αιωρούνται σχεδόν στον αέρα κι έπειτα…

Ε, αυτή  η Νιφάδα προσγειώθηκε στη Γη με κρότο!

Προσγειωμένη καθώς ήταν, δεν άργησε να συνειδητοποιήσει τι ακριβώς της είχε κλαπεί, αν κι η Κίσσα είχε πια εξαφανιστεί, αφήνοντας πίσω της τον απόηχο ενός δυνατού κρα-χάαα.  Το πεδίο όρασής της ήταν αλλοιωμένο. Δεν έβλεπε πια όπως πριν.

Εμ, αυτά έχουν οι ανώμαλες προσγειώσεις, φίλτατη.

Μάταια προσπαθούσε να δει όπως πριν, τον εκφραστή της φωνής που άκουγε. Αν κι ο Ητανηεπιτάςστεκόταν ολοφάνερα μπροστά της και συνέχισε να της μιλάει.

Τώρα, τίποτε δεν θα είναι όπως πριν. Εδώ σε θέλω. Εδώ και τώρα.

Σχεδόν χωρίς να το καταλάβει, απ’ τη δυσκολία να εστιάσει στο «εκεί έξω», η Νιφάδα άρχισε να εστιάζει στο «εδώ μέσα». Κι άρχισε να αντιλαμβάνεται έναν ολόκληρο αθέατο κόσμο. Αλλόκοτο και παράξενο.

Παράξενος, διότι έμοιαζε με τον κόσμο «εκεί έξω», αλλά… δεν έμοιαζε και τόσο. Ήταν σχεδόν ίδιος κι όχι ίδιος. Μπορούσες να διακρίνεις δέντρα κι ανθρώπους και πασχαλίτσες και ό,τι άλλο περπατάει, σέρνεται ή πετά, μόνο που: ορισμένοι άνθρωποι «εκεί μέσα» αιωρούνταν μισό μέτρο πάνω απ’ τη γη, κάποια δέντρα μετακινούνταν κατά βούληση, υπήρχαν λόφοι που κυμάτιζαν με το πρώτο αεράκι και κύματα ασάλευτα σαν το βράχο. Και τα χρώματα επίσης άλλαζαν διαρκώς. Όπως και οι μυρωδιές. Ή η υφή των πραγμάτων: βελούδινη η αίσθηση ενός κορμού, γρανιτένια μιας κοριτσίστικης παρειάς, ακάνθινη μιας φτερούγας…

Ένα ήταν σίγουρο πάντως. Για να πορευτείς σε αυτόν τον εσώτερο κόσμο το τελευταίο που μπορούσε να σε βοηθήσει ήταν η συνήθεια. Δεν μπορούσες – ας πούμε – να πεις «α! ένα ωραίο μήλο» περιμένοντας ότι αν το δαγκώσεις θα θυμίζει όντως μήλο στη γεύση. Αν και για να είμαστε ειλικρινείς, η Νιφάδα δεν έδινε δεκάρα τσακιστή για τα μήλα. Ενδιαφερόταν όμως ιδιαίτερα για ποντίκια του αγρού, μικρά πουλιά στις φωλιές τους, ψάρια μικρά και μεγάλα, παχιές μύγες και που και που κανένα χορταράκι. Αλλά είπαμε… Η συνήθεια στον κόσμο αυτό δε βοηθούσε!

Κοντοστάθηκε λοιπόν, μπας και καταλάβει τι συμβαίνει. Μπας και μπορέσει να βρει έναν τρόπο να κινείται σε αυτή τη νέα διαρκώς μεταβαλλόμενη πραγματικότητα – διότι ξέχασα να σας πω, κάποιες φορές τα μήλα είχαν γεύση μήλου, τα κύματα (τί άλλο;) κυμάτιζαν και οι λόφοι έστεκαν ασάλευτοι.

«Φίνα!» μονολόγησε. Κι έπειτα στα φωναχτά:

 «καμιά πυξίδα κανείς εδώ γύρω;»

[ΠΗΓΗ: ΔΙΑΛΟΓΟΠΑΡΑΜΥΘΑ Όταν ο Βημαβήμα κι ο Η ταν η Επιτας συναντήθηκαν, αναρτήθηκε στο ιστολόγιο ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΕΣ κι ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ παραμύθια και ιστορίες ή πώς μας αφηγείται η ζωή: http://mythoplasieskiafigiseis.wordpress.com/ ]

Viewing all articles
Browse latest Browse all 233

Trending Articles